Τα λιπαρά, προς διάψευση όλων εκείνων που ισχυρίζονται ότι «μας κάνουν κακό», είναι απαραίτητα για τον οργανισμό μας: παρέχουν ενέργεια και συμβάλλουν στην ανάπτυξη των κυττάρων, ως δομικό στοιχείο των μεμβρανών τους....
Προστατεύουν τα ανθρώπινα όργανα, διατηρούν σταθερή τη θερμοκρασία του σώματος, συμβάλλουν στην απορρόφηση θρεπτικών συστατικών όπως των λιποδιαλυτών βιταμινών, ενώ παράλληλα συμμετέχουν και στην παραγωγή σημαντικών ορμονών.
Προστατεύουν τα ανθρώπινα όργανα, διατηρούν σταθερή τη θερμοκρασία του σώματος, συμβάλλουν στην απορρόφηση θρεπτικών συστατικών όπως των λιποδιαλυτών βιταμινών, ενώ παράλληλα συμμετέχουν και στην παραγωγή σημαντικών ορμονών.
Το σώμα μας χρειάζεται τα λιπαρά, αλλά ποια λιπαρά;
Νεότερα δεδομένα από επιστημονικές έρευνες συστήνουν την προσοχή μας στην ποσότητα, στο είδος, αλλά και στην ποιότητα των λιπαρών που καταναλώνουμε. Οι κύριες πηγές λίπους στη διατροφή είναι τα κορεσμένα λίπη και τα τρανς (κακά)- λιπαρά οξέα, τα μονοακόρεστα και τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (οι καλύτερες επιλογές λίπους).
Τα κορεσμένα λιπαρά βρίσκονται σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης και αυξάνουν τα επίπεδα της κακής χοληστερόλης στο αίμα (LDL χοληστερόλη) και επομένως αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου. Αντίθετα, τα πολυακόρεστα, όπως και τα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα που βρίσκονται κατά κύριο λόγο στο ελαιόλαδο, μειώνουν την κακή χοληστερόλη και κατά συνέπεια τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO) οι πιο σημαντικές αιτίες εμφράγματος και εγκεφαλικού σε πολύ μεγάλο βαθμό επηρεάζονται από παράγοντες όπως η κακή διατροφή, η καθιστική ζωή και το κάπνισμα.
Στις μεγαλύτερες επιστημονικές έρευνες έχει ξεκάθαρα αποδειχθεί ότι η αντικατάσταση στη διατροφή των κορεσμένων και των τρανς λιπαρών οξέων από μονοακόρεστα λιπαρά είναι η πιο αποτελεσματική λύση για την πρόληψη της στεφανιαίας νόσου, τη μείωση της ολικής, της LDL χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων στο αίμα.
Με τα παραπάνω επιχειρήματα γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι τα μονοακόρεστα αποτελούν τα υγιεινά λιπαρά οξέα, σε αντίθεση με τα κορεσμένα. Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό να περιορίζουμε την πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών, αντικαθιστώντας τα με μονοακόρεστα.
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω συνεχώς η βιομηχανία τροφίμων προσπαθεί να μειώσει τα κορεσμένα λιπαρά (light προϊόντα) ή και να τα αντικαταστήσει με ελαιόλαδο. Χαρακτηριστικό και αξιόλογο παράδειγμα αποτελούν τα αλλαντικά με ελαιόλαδο, τα οποία ανατρέπουν τα διατροφικά δεδομένα, καθώς η αντικατάσταση τους ζωικού λίπους με ελαιόλαδο ευθυγραμμίζεται με τις κατευθυντήριες οδηγίες εγκύρων διεθνών φορέων υγείας, όπως, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγειάς, ο οποίος συνιστά τον έλεγχο της κατανάλωσης λίπους (<30% της συνολικής ενεργειακής πρόσληψης) καθώς και την αντικατάσταση των περισσοτέρων κορεσμένων λιπαρών με ακόρεστα φυτικά έλαια. Ταυτόχρονα, είναι τα μόνα αλλαντικά τα οποία φέρουν πιστοποίηση του εγκυροτέρου παγκοσμίου καρδιολογικού οργανισμού και έχουν την αποδοχή και την υποστήριξη της ελληνικής ιατρικής κοινότητας.
Στην περίπτωση τους το κέρδος είναι τριπλό: λιγότερα κορεσμένα (δηλαδή βλαβερά λιπαρά), περισσότερα μονοακόρεστα («καλά» λιπαρά) και φυσικά περισσότερες φαινόλες, δηλαδή φυσικές αντιοξειδωτικές ουσίες που προστατεύουν τον οργανισμό από την οξείδωση και την ανάπτυξη των ελεύθερων ριζών που προκαλούν σοβαρές χρόνιες παθήσεις.
Δημήτρης Γρηγοράκης,
Κλινικός Διαιτολόγος- Διατροφολόγος, ΜSc
Επιστημονικός Διευθυντής Κέντρου Διαιτολογικής Υποστήριξης & Μεταβολικού Ελέγχου ΑΠΙΣΧΝΑΝΣΙΣ – ΛΟΓΩ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ
Νεότερα δεδομένα από επιστημονικές έρευνες συστήνουν την προσοχή μας στην ποσότητα, στο είδος, αλλά και στην ποιότητα των λιπαρών που καταναλώνουμε. Οι κύριες πηγές λίπους στη διατροφή είναι τα κορεσμένα λίπη και τα τρανς (κακά)- λιπαρά οξέα, τα μονοακόρεστα και τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (οι καλύτερες επιλογές λίπους).
Τα κορεσμένα λιπαρά βρίσκονται σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης και αυξάνουν τα επίπεδα της κακής χοληστερόλης στο αίμα (LDL χοληστερόλη) και επομένως αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου. Αντίθετα, τα πολυακόρεστα, όπως και τα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα που βρίσκονται κατά κύριο λόγο στο ελαιόλαδο, μειώνουν την κακή χοληστερόλη και κατά συνέπεια τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO) οι πιο σημαντικές αιτίες εμφράγματος και εγκεφαλικού σε πολύ μεγάλο βαθμό επηρεάζονται από παράγοντες όπως η κακή διατροφή, η καθιστική ζωή και το κάπνισμα.
Στις μεγαλύτερες επιστημονικές έρευνες έχει ξεκάθαρα αποδειχθεί ότι η αντικατάσταση στη διατροφή των κορεσμένων και των τρανς λιπαρών οξέων από μονοακόρεστα λιπαρά είναι η πιο αποτελεσματική λύση για την πρόληψη της στεφανιαίας νόσου, τη μείωση της ολικής, της LDL χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων στο αίμα.
Με τα παραπάνω επιχειρήματα γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι τα μονοακόρεστα αποτελούν τα υγιεινά λιπαρά οξέα, σε αντίθεση με τα κορεσμένα. Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό να περιορίζουμε την πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών, αντικαθιστώντας τα με μονοακόρεστα.
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω συνεχώς η βιομηχανία τροφίμων προσπαθεί να μειώσει τα κορεσμένα λιπαρά (light προϊόντα) ή και να τα αντικαταστήσει με ελαιόλαδο. Χαρακτηριστικό και αξιόλογο παράδειγμα αποτελούν τα αλλαντικά με ελαιόλαδο, τα οποία ανατρέπουν τα διατροφικά δεδομένα, καθώς η αντικατάσταση τους ζωικού λίπους με ελαιόλαδο ευθυγραμμίζεται με τις κατευθυντήριες οδηγίες εγκύρων διεθνών φορέων υγείας, όπως, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγειάς, ο οποίος συνιστά τον έλεγχο της κατανάλωσης λίπους (<30% της συνολικής ενεργειακής πρόσληψης) καθώς και την αντικατάσταση των περισσοτέρων κορεσμένων λιπαρών με ακόρεστα φυτικά έλαια. Ταυτόχρονα, είναι τα μόνα αλλαντικά τα οποία φέρουν πιστοποίηση του εγκυροτέρου παγκοσμίου καρδιολογικού οργανισμού και έχουν την αποδοχή και την υποστήριξη της ελληνικής ιατρικής κοινότητας.
Στην περίπτωση τους το κέρδος είναι τριπλό: λιγότερα κορεσμένα (δηλαδή βλαβερά λιπαρά), περισσότερα μονοακόρεστα («καλά» λιπαρά) και φυσικά περισσότερες φαινόλες, δηλαδή φυσικές αντιοξειδωτικές ουσίες που προστατεύουν τον οργανισμό από την οξείδωση και την ανάπτυξη των ελεύθερων ριζών που προκαλούν σοβαρές χρόνιες παθήσεις.
Δημήτρης Γρηγοράκης,
Κλινικός Διαιτολόγος- Διατροφολόγος, ΜSc
Επιστημονικός Διευθυντής Κέντρου Διαιτολογικής Υποστήριξης & Μεταβολικού Ελέγχου ΑΠΙΣΧΝΑΝΣΙΣ – ΛΟΓΩ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ